Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 5 Απριλίου 2011

Génerique / Ζενερίκ / Διαβάζω

[Η στήλη μου Ζενερίκ, στο Διαβάζω που μόλις κυκλοφόρησε]

Ξόρκι στο Θάνατο


 
Σιγά μην πέθανε. Κόβει βόλτες στο Μαρούσι, μεθοκοπάει στην Πάτρα, γλυκοκοιτάζει ορθοβυζάτες κοπελίτσες στα Εξάρχεια, μασουλάει ακανέ στις Σέρρες. Και βλέπει καουμπόικα με τον Λη Μάρβιν στη Νερατζιώτισσα. Ο Μπουκόφσκι.
[Γ.Ι.Μ., Διασυρμός]
 
Ξόρκι στο θάνατο. Όλη η τέχνη αυτό είναι, αυτό να είναι, ξόρκι στο θάνατο. Η επέτειος του Μπουκόφσκι, και ο αδόκητος χαμός του Νίκου Αλεξίου, τόσο σημαντικού εικαστικού καλλιτέχνη, κι ύστερα η απώλεια του πρωτοπόρου Βλάση Κανιάρη, και μετά να φεύγει ο Μανώλης Ρασούλης. Και ο όλεθρος στην Ιαπωνία. Βούτυρο στο ψωμί των τρελαμένων αποκαλυψιακών. Και ολοένα και ξανά και πάλι να σφυροκοπάει μελωδικά το μυαλό ο ανοξείδωτος αίνος/οίνος της ποίησης του Dylan Thomas, «Κι ο Θάνατος δεν θα ’χει πια εξουσία», «And Death shall have no Dominion» – άντε να τον πιστέψεις πια, κι όμως δεν παύεις να τον πιστεύεις. Αλλιώς, χάθηκες.
Ξόρκι στο θάνατο. Όλη η τέχνη, κάθε τέχνη. Η βία να μαίνεται, ναι, αλλά η Τέχνη να ξορκίζει, μέσα από την καλλιτεχνική επεξεργασία, την ίδια την ουσία της βίας: τον φόβο και τον τρόμο. Ο William T. Vollmann, με το πολυσέλιδο μυθιστόρημα/ποίημα, με το ογκώδες μυθιστόρημα/πραγματεία, με την Κεντρική Ευρώπη (μτφρ. Αλέξης Καλοφωλιάς, εκδ. Κέδρος) ξορκίζει κι αυτός το θάνατο, τον απωθεί, τον πολιορκεί, τον περικυκλώνει, τον υπερφαλαγγίζει. Ένα μυθιστόρημα/ποταμός, ναι, αλλά και ένα καταιγιστικό σύνολο επιτακτικών  τηλεγραφημάτων, 800 σελίδες αντιμαχίας ανάμεσα στον Πόλεμο και στην Τέχνη, ανάμεσα στη Βία και στην Άρση της Ασχήμιας, ανάμεσα στο Κακό που αναίσθητο σαρώνει ό,τι βρει και στο Καλό που αντιστέκεται με νύχια και με δόντια, με τα χρώματα και με τους στυλογράφους, με την σμίλη και με τις νότες. Άθλος εσθλός του Vollmann (παλιοσειρά μας, γεννημένος το 1959, γαλουχημένος σίγουρα με Norman Mailer και William S. Burroughs, ενώ το Φάντασμα του Thomas Pynchon μοιάζει να είναι ευπρόσδεκτο σε κάθε σελίδα της Κεντρικής Ευρώπης).  Άθλος εσθλός και του μεταφραστή, του Καλοφωλιά. Μαζί την Ελευθερία του άλλου τέως τρομερού παιδιού και νυν τρομερού μεσήλικα (και συνομήλικου) Jonathan Franzen (μτφρ. Ρένα Χάτχουτ, εκδ. Ωκεανίδα) θα είναι, το δίχως άλλο, τα μυθιστορήματα που θα κονταροχτυπηθούν στις συζητήσεις των booklovers τούτη την άνοιξη. Αμφότερα δουλεύουν με δοξάρι και με νυστέρι. Αμφότερα θέλουν, και πετυχαίνουν, να αρθρώσουν λόγο δριμύ, και πάντα διαυγή, ώστε να διαυγάσουν, όπως έλεγε ο Κορνήλιος Καστοριάδης, τις οδυνηρές/αλλόκοτες/παλαβές πραγματικότητες στις οποίες ζούμε. Και λέω πραγματικότητες, στον πληθυντικό, γιατί η πραγματικότητα όπως και η αλήθεια, πρέπει να λέγεται πληθυντικός, επέμενε ο Νίκος Καρούζος: υπάρχουν αλήθειες, υπάρχουν πραγματικότητες.
Ξόρκι στο θάνατο. Λάμψεις από μέταλλο, στην όντως μεταλλική ενίοτε γλώσσα του Vollmann. Λάμψεις λέξεων, σπινθήρες αλλεπάλληλοι ποίησης ακριβής – εννοώ και πολύτιμης και μεγάλης ακριβείας. Ο Σοστακόβιτς πάντα παρών. Ενάντιος, διά της Τέχνης του, στου Θανάτου και της Εξουσίας τα κοράκια. Ερωτικός. Ελισσόμενος ενίοτε. Πάντοτε πείσμων. Πάντοτε αβρός. «Είναι αλήθεια, χλόμιαζε όταν έπινε βότκα. Χλόμιαζε ακόμη περισσότερο όταν έπινε το μέλλον» (σ. 722), ενώ «ο πόθος του και η ερωτική του αγωνία υψώνονταν σαν τον καπνό από το μισοσβησμένο τσιγάρο στο τασάκι πίσω τους» (σ. 283), καθώς ακόμα και μια επίθεση βομβαρδιστικών που σπέρνουν θάνατο γίνεται αφορμή για ένα σχόλιο σαν αυτό: «Γνωρίζατε ότι κάτω από ιδανικές συνθήκες οι βόμβες μπορούν να εκφράσουν και τους οχτώ βαθμούς της διατονικής κλίμακας καθώς πέφτουν σφυρίζοντας; Μερικές φορές ακόμη και η πλήρης χρωματική κλίμακα, πώς να το πω, τέλος πάντων, με αποσπά από το φόβο» (α. 229).
Ξόρκι στο θάνατο. Ο πυρακτωμένος (έμπειρος και έμπυρος) λόγος του Vollmann. Ξόρκι στο θάνατο, η διεισδυτική οξύνοια του Franzen. Ξόρκι στο θάνατο, όλοι εμείς που πασχίζουμε να μην σιωπούμε, που με τα λόγια και τις πράξεις επιχειρούμε το ξόρκι στο θάνατο!
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Μαρούσι, 14 Μαρτίου 2011
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου